Panoramio

Τοπωνύμια και αφιερώματα της Αθήνας, της Αττικής και της Ελλάδας και πολλά ακόμα ενδιαφέροντα…

Αερόστατο – Η πρώτη ανύψωση του ανθρώπου από το έδαφος

Αερόστατο 3

Αερόστατο 1 Αερόστατο 8

Αερόστατο – Η πρώτη ανύψωση του ανθρώπου από το έδαφος

Το αερόστατο έκανε εφικτή την πρώτη απογείωση του ανθρώπου από το έδαφος και την πραγματοποίηση το ονείρου που είχε από τα αρχαία χρόνια που θαύμαζε τα πουλιά που πετούσαν παντού ελεύθερα.

Πάντα αναρωτιόταν ο άνθρωπος πως θα μπορούσε και εκείνος να καταφέρει να ζήσει αυτή την εμπειρία και να αποκτήσει τη δυνατότητα της πτήσης πάνω από τη γη που θα του χάριζε τόσα πλεονεκτήματα στη διάρκεια της ζωής του.

Μελετώντας τον κόσμο γύρω του σιγά σιγά παρατήρησε ότι τα ελαφρά αντικείμενα έχουν την ιδιότητα να παραμένουν για πιο πολλή ώρα σε αιώρηση στον αέρα, όπως παραδείγματος χάριν τα μικρά φτερά, τα φυλλαράκια που πέφτουν από τα δέντρα κλπ.

Αν ένα αντικείμενο είναι αρκετά ελαφρύ και σε αναλογία με τη μάζα του, μπορεί να παραμείνει στον αέρα χωρίς τη βοήθεια του ανέμου και των ανοδικών ρευμάτων ή με τη μυϊκή δύναμη, όπως στην περίπτωση των πτηνών και των εντόμων.

Πραγματικά, αν ένα αντικείμενο είναι αρκετά ελαφρύ και έχει αρκετά μεγάλη μάζα σε σχέση με το βάρος του, μπορεί να παραμένει μόνιμα σε αιώρηση, όπως το ξύλο που επιπλέει μόνιμα στο νερό.

Δεν υπάρχουν στερεά ή υγρά υλικά που να είναι ελαφρύτερα από τον αέρα, υπάρχουν όμως μερικά αέρια.

 

Αερόστατο 7
Αδελφοί Μονγκολφιέ

Αερόστατο 2

Οι πρώτες απόπειρες

Έτσι, οι δύο Γάλλοι αδελφοί Μονγκολφιέ, ο Ζοζέφ-Μισέλ (Joseph-Michel Montgolfier, 1740-1810) και ο Ζακ-Ετιέν (Jacques-Etienne Montgolfier, 1745-1799), σκέφθηκαν ότι ο αέρας, όταν θερμανθεί, διαστέλλεται, άρα μεγαλώνει η μάζα του και επομένως θα είναι πιο ελαφρύς από έναν ίσο όγκο ψυχρού αέρα.

Αν γεμίσουμε ένα ελαφρύ μπαλόνι με θερμό αέρα, ο αέρας αυτός θα έχει την τάση να «επιπλέει» μέσα στην ψυχρότερη ατμόσφαιρα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια ανοδική ώθηση, που μπορεί να είναι αρκετά ισχυρή ώστε να ανυψώσει το μπαλόνι.

Και αν το μπαλόνι είναι αρκετά μεγάλο, η άνωση μπορεί να αρκεί για να ανυψώσει έναν άνθρωπο.

Στις 5 Ιουνίου του 1783, οι αδελφοί Μονγκολφιέ έκαναν την πρώτη σχετική απόπειρα στην αγορά της πόλης τους, γεμίζοντας με θερμό αέρα ένα μεγάλο λινό μπαλόνι με διάμετρο 10 μέτρων.

Το μπαλόνι ανυψώθηκε σε ύψος 450 μέτρων και διένυσε μια απόσταση 2,5 χιλιομέτρων σε 10 λεπτά.

Στις 19 Σεπτεμβρίου επανέλαβαν το πείραμα στο Παρίσι, μπροστά σε ένα πλήθος 300.000 θεατών, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Βενιαμίν Φραγκλίνος. Στη δεύτερη αυτή απόπειρα, το μπαλόνι διένυσε απόσταση 10 περίπου χιλιομέτρων.

Το μπαλόνι δεν ανύψωσε μόνο το δικό του βάρος αλλά και ένα καλάθι μέσα στο οποίο βρίσκονταν ένας πετεινός, μια πάπια και ένα πρόβατο.

Τα ζώα απογειώθηκαν και προσγειώθηκαν σώα και αβλαβή.

Τέλος, στις 20 Νοεμβρίου, ένα μπαλόνι με θερμό αέρα  ανύψωσε τον Γάλλο φυσικό Ζαν Φρανσουά Πιλάτρ ντε Ροζιέ                    (Jean François Pilatre de Rozier, 1756-1783) και έναν σύντροφό του.

Αυτοί ήταν οι πρώτοι «αεροναύτες» της ιστορίας.

Το μπαλόνι αυτό το ονόμασαν Αερόστατο.

Αερόστατο 9
Ζακ-Αλεξάντρ-Σεζάρ Σαρλ

Αερόστατο 10

 

Η εξέλιξη

Στο μεταξύ, ο Γάλλος φυσικός Ζακ-Αλεξάντρ-Σεζάρ Σαρλ (Jacques-Alexandre-César Charles, 1746-1823) πληροφορήθηκε το επίτευγμα των Μονγκολφιέ με τα αερόστατα θερμού αέρα και σκέφτηκε ότι ο θερμός αέρας επιτυγχάνει μικρή σχετικά άνωση, την οποία χάνει σταδιακά καθώς ψύχεται.

Για το λόγο είχαν αναμμένη μια φωτιά στο καλάθι κάτω από τα μπαλόνι που συνήθως ήταν αρκετή για να διατηρήσει τον αέρα θερμό για ένα αρκετό χρονικό διάστημα.

Το υδρογόνο, το οποίο είναι αέριο που είχε μελετήσει ο Κάβεντις το 1766, είναι πολύ πιο ελαφρύ από τον θερμό αέρα και επομένως υφίσταται πολύ μεγαλύτερη άνωση. Επί πλέον παρατήρησε ότι η άνωση αυτή παραμένει πολύ πιο σταθερή από αυτήν του θερμού αέρα. Στις 27 Αυγούστου του 1783, ο Σαρλ κατασκεύασε το πρώτο αερόστατο με υδρογόνο και αργότερα, με τη βοήθεια ενός τέτοιου αερόστατου, έφθασε σε ύψος 3000 περίπου μέτρων.

Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, η πτήση με αερόστατο έγινε της μόδας και βρήκε πολλούς μιμητές στην Ευρώπη και την Αμερική.

Τα αερόστατα αργότερα χρησιμοποιήθηκαν επίσης και για επι­στημονικούς σκοπούς.

Το αερόστατο υπήρξε το πρώτο μέσο που δημιούργησε ο άνθρωπος που του χάρισε την ανύψωση από το έδαφος και την εικόνας της Γης από ψηλά. Νέες εμπειρίες και δυνατότητες ανοίγονταν μπροστά του που θα του άλλαζαν τη σκέψη και τη ζωή του για πάντα.

 

Αερόστατο 12 Αερόστατο 11

Πηδαλιουχούμενο Αερόστατο – Zeppelin

 Τα αερόστατα υπήρχαν εδώ και έναν αιώνα περίπου και ήταν φυσικό να σκεφθεί κανείς ότι, αν τοποθετηθεί στο καλάθι ενός αερόστατου μια ατμομηχανή με έλικα, το αερόστατο θα μπορεί να κινηθεί προς όλες τις κατευθύνσεις, ακόμη και ενάντια στον άνεμο.

Ωστόσο, οι ατμομηχανές ήταν πολύ βαριές και δεν θα ήταν εύκολο να ανυψωθεί από το αερόστατο ένα τόσο μεγάλο βάρος.

 

Αερόστατο 14

Φέρντιναντ φον Ζέππελιν – Fer­dinand Adolf August Heinrich von Zeppelin, 1838-1917

Ο Γερμανός εφευρέτης Φέρντιναντ φον Ζέππελιν σκέφθηκε να δώσει αεροδυναμι­κό σχήμα σε ένα αερόστατο, έτσι ώστε να μην συναντά μεγάλη αντίσταση από τον αέρα.

Αυτό μπορούσε να γίνει αν ο σάκος του αεροστάτου περικλειόταν από ένα μεταλλικό κάλυμμα σε σχήμα πούρου. Το αλουμίνιο χάρη στο μικρό βάρος και στην αντοχή του, ήταν το πιο κατάλληλο μέταλλο για την κατασκευή ενός τέτοιου αεροδυναμικού αεροστάτου.

Στις 2 Ιουλίου του 1900, υψώθηκε για πρώτη φορά στον αέρα ένα από τα αερόστατα σχήματος πούρου του Ζέππελιν.

Κάτω από το αερόστατο υπήρχε αναρτημένη μια «λέμβος» που μετέφερε μια μηχανή εσωτερικής καύσεως με έλικα.

Για πρώτη φορά, ένα αεροσκάφος δεν βρισκόταν στο έλεος του ανέμου, αλλά μπορούσε, να κινηθεί προς όλες τις κατευθύνσεις.

Ο σκελετός του ήταν κατασκευασμένος από αλουμίνιο, ενώ είχε 16 χώρους αποθήκευσης υδρογόνου που ήταν και το αέριο ανύψωσής του.

Έφτανε τα 16 μίλια την ώρα με τις 2 μηχανές του ιπποδύναμης 16 αλόγων.

Το σκάφος αυτό ονομάστηκε αερόπλοιο γιατί μπορούσε να πλοηγηθεί στον αέρα.

Στις αρχές του 20ου αιώνα κατασκευάστηκαν πολλά αερόπλοια πραγματοποιώντας πολλές πτήσεις αρχικά μεταξύ γερμανικών πόλεων, ενώ κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τα αερόπλοια χρησιμοποιήθηκαν και για πολεμικούς σκοπούς. Μετά το πέρας του πολέμου άρχισαν να πραγματοποιούνται με τα Ζέππελιν και διηπειρωτικά επιβατικά δρομολόγια χωρίς στάση με μεγάλη επιτυχία, πολύ πριν αποκτήσουν τα αεροπλάνα τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν τέτοια μακρινά ταξίδια.

Αυτή η δυνατότητα του Ζέππελιν το καθιέρωσε ως το πλέον δημοφιλές μέσο μεταφοράς της εποχής.

Το τέλος της εποχής του Ζέππελιν

Στις 6 Μαΐου 1937 όμως ένα ατύχημα του αερόπλοιου LZ 129 Χίντεμπουργκ, που εξερράγη πάνω από το σημείο προσγείωσής του και ενώ πλήθος κόσμου το θαύμαζαν στο Νιου Τζέρσι.

Καθώς ετοιμαζόταν για την κάθοδο και την προσγείωση, ξέσπασε φωτιά στο κήτος του, έγινε παρανάλωμα λόγω του εύφλεκτου υδρογόνου και κόστισε τη ζωή σε 36 άτομα μπροστά στα μάτια χιλιάδων κόσμου και δημοσιογράφων.

Αυτό το δυστύχημα είχε σαν αποτέλεσμα να ανατραπεί το θετικό κλίμα που υπήρχε για το Ζέππελιν και έθεσε τέλος στην περαιτέρω ανάπτυξη και εμπορική χρήση των αερόπλοιων.

Παρά το γεγονός πως διατάχθηκε έρευνα για τα αίτια, πολλοί υποστηρίζουν ακόμα και σήμερα ότι ήταν δολιοφθορά και ότι υπήρχε βόμβα στο χώρο αποσκευών, χωρίς να έχει επιβεβαιωθεί μέχρι σήμερα με κάποιο στοιχείο αυτή η εκδοχή.

 

Το όχημα αυτό ονομάστηκε και πηδαλιουχούμενο αερόστατο, δηλαδή «αερόστατο που μπορεί να οδηγηθεί με πηδάλιο».

Το όνομα που είναι περισσότερο γνωστό είναι Ζέππελιν, από το όνομα του εφευρέτη του.

 

Αερόστατο 13
Ζαν-Μπατίστ Μπιό

Αερόστατο 1

Χρήση Αεροστάτου για Επιστημονικούς σκοπούς

Η πρώτη σημαντική χρήση αεροστάτου για επιστημονική έρευνα έγινε το 1804.

Τότε ο Ζαν-Μπατίστ Μπιό (Jean-Baptiste Biot‎) και Ζοζέφ Λουί Γκαι-Λυσσάκ (Joseph Louis Gay-Lussac) πραγματοποίησαν μια πτήση με αερόστατο και έφθασαν σε ύψος 6,5 χιλιομέτρων, ψηλότερα από κάθε κορυφή των Άλπεων.

Οι δυο επιστήμονες μελέτησαν τη σύνθεση του αέρα και τη φύση του μαγνητικού πεδίου της Γης σε αυτό το ύψος και δεν διαπίστωσαν καμιά διαφορά σε σχέση με τη στάθμη της θάλασσας.

Ήταν η απαρχή των ερευνών σε μεγάλο ύψος, οι οποίες, ενάμιση αιώνα αργότερα, θα ξεπερνούσαν τα όρια της ίδιας της ατμόσφαιρας.